Γιάννης Τσιφόρος
Γεωπόνος/Δασολόγος, Επιστημονικός συνεργάτης Gaia-Επιχειρείν
Η αστάθεια στην παραγωγή ελαιοκομικών προϊόντων στη διάρκεια των τελευταίων ετών και οι απότομες διακυμάνσεις της, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, αποτελούν κοινό χαρακτηριστικό στις σημαντικότερες παραγωγικές χώρες της ΕΕ. Χαρακτηριστικές ήταν οι περιπτώσεις ακραίων φυσικών φαινόμενων (καύσωνες, ξηρασία) στην πτώση της παραγωγής ελαιόλαδου στην Ιταλία (2014 και 2018), αλλά και στην Ισπανία (2012, 2014 και 2016), ενώ ηπιότερες ήταν οι επιπτώσεις στις επιτραπέζιες ελιές.
Στην Ελλάδα, στο διάστημα της δεκαετίας 2012-2021 η καλλιέργεια ελαιώνων για την παραγωγή ελαιόλαδου δοκιμάστηκε από φυσικές καταστροφές και από την αυξημένη ένταση και συχνότητα δυσμενών καιρικών συνθηκών (παγετοί, καύσωνες, ξηρασία) με συνέπεια την απότομη πτώση της παραγωγής, ιδιαίτερα έντονη από τις πυρκαγιές του 2013, αλλά και από τις εξαιρετικά δυσμενείς καιρικές συνθήκες το 2016 και το 2018. Σημαντικές επίσης ήταν οι επιπτώσεις από τις πυρκαγιές και τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στην Ελλάδα το 2021, οι οποίες, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG-Agri, Market situation in the olive oil and table olives sectors, 28.7.2022), περιόρισαν την έκταση των ελαιώνων και τον όγκο παραγωγής ελαιόλαδου σε 227 χιλ. τόνους, μέγεθος σημαντικά μειωμένο ως προς το 2020 (-17%), αλλά και σε σχέση με το μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας (-11%). Επιπλέον, η εγχώρια παραγωγή επιτραπέζιων ελιών προβλέπεται το 2021 να περιοριστεί σε 165 χιλ. τόνους, παρουσιάζοντας σημαντική μείωση ως προς το προηγούμενο έτος, αλλά και ως προς το μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας (-28% και -24% αντίστοιχα).
Έκταση καλλιέργειας ελαιώνων και εγχώρια παραγωγή ελαιόλαδου (2012-2021) |
Πηγή : Επεξεργασία στοιχείων Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Short–term outlook, Spring 2022, 15.3.2022)
Εντούτοις, παρά τη μείωση του όγκου στις περισσότερες επιμέρους κατηγορίες, η αξία εξαγωγών των ελαιοκομικών προϊόντων της χώρας υπερέβη το 2021 το ύψος του 1,16 δισ. ευρώ, σημειώνοντας άνοδο ως προς το προηγούμενο έτος (+9,7%). Ειδικότερα, στο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο η αξία ανήλθε σε 488 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αισθητή άνοδο ως προς το προηγούμενο έτος (+15,4%) λόγω της σημαντικής αύξησης της μέσης τιμής εξαγωγής (+24%). Ενισχύθηκε επίσης η αξία εξαγωγών στο μειονεκτικό ελαιόλαδο, στα άλλα ελαιόλαδα και στο πυρηνέλαιο. Αντίθετα, στο παρθένο ελαιόλαδο καταγράφεται σημαντική πτώση στην αξία και στον όγκο (-22% και -52% αντίστοιχα), ενώ στις παρασκευασμένες ελιές η αξία εξαγωγών αυξήθηκε πλησιάζοντας το ύψος των 500 εκατ. ευρώ (+5%) με όγκο που υπερέβη το επίπεδο των 222 χιλ. τόνων (+15%).
Αξία και όγκος εξαγωγών εγχώριων ελαιοκομικών προϊόντων 2021-2020 |
Ελαιοκομικά προϊόντα |
2021 | 2020 | Μεταβολή 2021/20 | |||
Αξία | Όγκος | Αξία | Όγκος | Αξίας | Όγκου | |
(1000 €) | (τόνοι) | (1000 €) | (τόνοι) | (%) | (%) | |
Εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο | 488.314 | 129.799 | 423.267 | 139.732 | 15,4 | -7,1 |
Παρθένο ελαιόλαδο | 8.812 | 2.520 | 11.325 | 5.307 | -22,2 | -52,5 |
Ελαιόλαδο μειονεκτικό | 41.529 | 15.909 | 35.682 | 20.084 | 16,4 | -20,8 |
Άλλα ελαιόλαδα | 34.568 | 10.805 | 22.222 | 9.374 | 55,6 | 15,3 |
Πυρηνέλαιο | 35.338 | 28.741 | 32.029 | 40.477 | 10,3 | -29,0 |
Ελιές νωπές | 7.964 | 5.414 | 11.034 | 5.908 | -27,8 | -8,4 |
Ελιές διατηρημένες σε ξίδι | 50.250 | 16.775 | 51.777 | 16.246 | -2,9 | 3,3 |
Ελιές παρασκευασμένες | 499.136 | 222.653 | 475.180 | 193.313 | 5,0 | 15,2 |
Σύνολο | 1.165.911 | 432.616 | 1.062.516 | 430.441 | 9,7 | 0,5 |
Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Access2Markets,12.8.2022)
Δυσμενείς οι προβλέψεις την περίοδο 2022/23
Σε σχέση με τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές προβληματισμός επικρατεί από την τάση μείωσης των εξαγωγών ελαιόλαδου της ΕΕ προς τρίτες χώρες την περίοδο 2021/22 (-4,2%), αλλά και από την άνοδο του κόστους παραγωγής ως συνέπεια της εκτίναξης των τιμών στα λιπάσματα και στην ενέργεια. Στην ΕΕ η παραγωγή ελαιόλαδου την περίοδο 2021/22, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Dashboard Olive oil, 1.9.2022), αναμένεται να ανέλθει σε 2.264 χιλ. τόνους, μέγεθος αισθητά αυξημένο ως προς την προηγούμενη (+10%) κυρίως λόγω της σημαντικής ανόδου στην Πορτογαλία (+106%) και στην Ιταλία (+20%).
Ωστόσο η παραγωγή θα εκτιμηθεί στη συνέχεια, μετά την αποτίμηση των εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικράτησαν στους ελαιώνες σημαντικών παραγωγικών χωρών της ΕΕ στο διάστημα Ιουλίου-Αυγούστου του τρέχοντος έτους. Σύμφωνα πάντως με πρόσφατες εκτιμήσεις των ευρωπαϊκών οργανώσεων παραγωγών του τομέα (Copa-Cogeca, Press Release, 14.9.2022) η παραγωγή ελαιόλαδου στην ΕΕ προβλέπεται την περίοδο 2022/23 να περιοριστεί σε 1.500 χιλ. τόνους, παρουσιάζοντας μεγάλη μείωση ως προς την προηγούμενη περίοδο (-35%). Η πτώση αυτή θα προέλθει κυρίως από την έντονη μείωση της παραγωγής στην Ισπανία (-46%), την Ιταλία (-30%), την Πορτογαλία (-40%) και τη Γαλλία (-44%), ενώ αντίθετα σημαντική άνοδος προβλέπεται στην Ελλάδα (+29%).
Ανοδικά κινούνται οι τιμές παραγωγού στην ΕΕ στο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο κυμαινόμενες τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους σε 445 ευρώ/100 κιλά στην Ιταλία (+4% από τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενο έτους), σε 372 ευρώ/100 κιλά στην Ισπανία (+15%) και σε 348 ευρώ/100 κιλά στην Ελλάδα (12%). Σημειώνεται επίσης ότι η κατανάλωση ελαιόλαδου στην ΕΕ, ευνοούμενη από την αναμενόμενη έλλειψη σε ορισμένα φυτικά έλαια, ιδιαίτερα στο ηλιέλαιο, προβλέπεται να παρουσιάσει σημαντική άνοδο την περίοδο 2021/22, ανερχόμενη σε 1,6 εκατ. τόνους (8%), ενώ αύξηση αναμένεται στην κατανάλωση του προϊόντος και σε παγκόσμιο επίπεδο (+3,9%).
Στις επιτραπέζιες ελιές η παραγωγή στην ΕΕ αναμένεται την περίοδο 2021/22 να κυμανθεί σε 913 χιλ. τόνους, μέγεθος αισθητά αυξημένο ως προς την προηγούμενη (+8%), κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης του όγκου στην Ισπανία (+21%), την Ιταλία (+18%) και την Πορτογαλία (+35%). Ωστόσο, την περίοδο 2022/23 οι εξαιρετικά δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικράτησαν το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους, αναμένεται, σύμφωνα με τις προβλέψεις των ευρωπαϊκών οργανώσεων παραγωγών του τομέα, να πλήξουν καίρια την παραγωγή επιτραπέζιων ελιών στην Ισπανία (-35%), την Ιταλία (-25%), τη Γαλλία (-42%) και την Πορτογαλία (από -25%, έως -50%), ενώ αντίθετα άνοδος προβλέπεται στην Ελλάδα.
Πρόσφατα σχόλια