Μαίρη Καψοκεφάλου, Καθηγήτρια στη Διατροφή του Ανθρώπου, Εργαστήριο Χημείας και Ανάλυσης Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, kapsok@aua.gr

Αντώνης Βλασσόπουλος, Ερευνητής, Εργαστήριο Χημείας και Ανάλυσης Τροφίμων, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, avlassopoulos@aua.gr

Εμπορική προώθηση ελαιολάδου και επικλήσεις υγείας

Το ελαιόλαδο κατέχει πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση των διατροφικών συνηθειών, της γαστρονομίας, του πολιτισμού, του περιβάλλοντος και της οικονομίας της Μεσογείου. Ένα προϊόν με ιστορία αιώνων, ταυτίστηκε με το πρότυπο της Μεσογειακής Δίαιτας και αναδείχθηκε από την Επιστήμη της Διατροφής ως τρόφιμο με εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην υγεία.   Η βιβλιογραφία παρέχει πληθώρα ερευνητικών δεδομένων τα οποία όμως μπορούν να αξιοποιηθούν στην εμπορική προώθηση του ελαιολάδου μόνον υπό προϋποθέσεις. 

Γενικά, η εμπορική προώθηση τροφίμων ως ευεργετικών προς την υγεία είναι μια διαδικασία η οποία, στις περισσότερες δυτικές χώρες, ορίζεται από αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο. Αυτό απαιτεί μεταξύ άλλων επιστημονικά δεδομένα εξαιρετικά υψηλής ποιότητας από πολλαπλές ανεξάρτητες πηγές ώστε να τεκμηριώνεται με ακρίβεια το αναμενόμενο όφελος από την κατανάλωση ενός τροφίμου. Έτσι, αποτελέσματα μόνον από μικρές μελέτες (πχ περιορισμένου χρόνου ή αριθμού εθελοντών), ασάφειες στην ταυτοποίηση του ενεργού συστατικού, στη συγκέντρωση αυτού στο τρόφιμο, στον προσδιορισμό της πληθυσμιακής ομάδας που ωφελείται, στην προτεινόμενη συχνότητα και ποσότητα κατανάλωσης ή/και στην επιλογή του βιοδείκτη που αποδεικνύει το όφελος στην υγεία, δεν ικανοποιούν τις απαιτήσεις της επιστημονικής τεκμηρίωσης και τελικά και της νομοθεσίας και επομένως δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εμπορική στήριξη του τροφίμου.

Αν εστιάσουμε στις δυο μεγαλύτερες αγορές, την Ε.Ε. και τις Η.Π.Α., οι εμπορικά αξιοποιήσιμοι ισχυρισμοί κατηγοριοποιούνται σε ισχυρισμούς διατροφής και ισχυρισμούς υγείας. Οι πρώτοι περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο το εν λόγω τρόφιμο βελτιώνει τις διατροφικές συνήθειες του καταναλωτή (π.χ. βοηθάει στην μείωση της κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών), ενώ οι δεύτεροι περιγράφουν μια απευθείας σχέση του τροφίμου με την υγεία του ανθρώπου (π.χ. μειώνει τα επίπεδα χοληστερόλης).

Σε επίπεδο ισχυρισμών διατροφής το ελαιόλαδο ως ένα τρόφιμο πλούσιο σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα, τόσο στην Ε.Ε. όσο και στις Η.Π.Α., μπορεί να προωθηθεί με τον αντίστοιχο ισχυρισμό. Ειδικότερα στις Η.Π.Α., μπορεί να φέρει και ισχυρισμό διατροφής χαμηλό σε χοληστερόλη. Αν και γνωστό ως ένα τρόφιμο σχετικά φτωχό σε κορεσμένα λιπαρά, η μέση περιεκτικότητα του εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου σε κορεσμένα είναι 1,54g/100g το οποίο είναι ελαφρώς πάνω από το νομοθετικό όριο για τεκμηρίωση ισχυρισμού (<1,5g) και άρα η χρήση ενός τέτοιου ισχυρισμού θα πρέπει να τεκμαίρεται με χημικές αναλύσεις. Τέλος εξαιτίας της υψηλής συγκέντρωσης του ελαιολάδου σε βιταμίνη Ε, η πληθώρα των παρθένων ελαιολάδων περιέχει >20mg/100g το οποίο στην Ε.Ε. επιτρέπει τη χρήση ισχυρισμού πλούσιο σε βιταμίνη Ε ενώ στις Η.Π.Α. επιτρέπει τη χρήση ισχυρισμού «αντιοξειδωτικό».

Δυστυχώς, το πεδίο των ισχυρισμών υγείας για το ελαιόλαδο είναι εξαιρετικά περιορισμένο. Αν και έχουν κατατεθεί 17 αιτήματα στην Ε.Ε. για ισχυρισμούς υγείας σχετικά με το ελαιόλαδο μόνο ένας έχει λάβει έγκριση και αυτός αφορά ελαιόλαδα τα οποία περιέχουν τουλάχιστον 5 mg υδροξυτυροσόλης και των παραγώγων της ανά 20g ελαιολάδου. Τα ελαιόλαδα αυτά μπορούν να φέρουν ισχυρισμό για την προστασία της LDL χοληστερόλης από οξειδωτική βλάβη. Κατά τα αλλά, ούτε στην Ε.Ε. ούτε στις Η.Π.Α. υπάρχει άλλος ισχυρισμός διατροφής για το ελαιόλαδο συγκεκριμένα. Συγκεκριμένα στις Η.Π.Α. έχει επιτραπεί η χρήση ενός ισχυρισμού υγείας, αλλά στο επίπεδο επισφαλών επιστημονικών δεδομένων, ο οποίος αναφέρει ότι «υποστηρικτικά αλλά όχι καταληκτικά επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι η καθημερινή κατανάλωση 20 g (1,5 κτ.σ.) ελαίων πλουσίων σε ελαϊκό οξύ πιθανόν να μειώνει τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο». Ο ισχυρισμός αυτός απαιτεί το έλαιο να περιέχει τουλάχιστον 70% ελαϊκό οξύ και δεν αφορά μόνο το ελαιόλαδο, αλλά και τον κύριο ανταγωνιστή του ελαιολάδου το λινέλαιο πλούσιο σε ελαϊκό οξύ. 

Σε αυτό το δύσκολο και αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο επιβάλλεται η επιστημονική έρευνα και ο εμπορικός κλάδος να αναπτύξουν νέες κοινές δράσεις και προτεραιότητες για την ανάδειξη του ελαιολάδου. Η ανάπτυξη ερευνητικών δράσεων που θα έχουν σαφή στόχευση στην αναγνώριση, ταυτοποίηση και τεκμηρίωση ισχυρισμών υγείας για το ελαιόλαδο είναι σημαντική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προς μίμηση οφείλει να αποτελέσει η μελέτη PREDIMED στην Ισπανία, η οποία εφάρμοσε ερευνητικές μεθόδους στοχευμένες στην στοχοθέτηση ισχυρισμού υγείας και κατάφερε να εξασφαλίσει θετική γνωμοδότηση από την EFSA και την Κομισιόν σχετικά με τον ρόλο των πολυφαινολών του ελαιολάδου στην υγεία και να ανατρέψει μια δεκαετή παράδοση ανεπιτυχών αιτήσεων. Η θωράκιση και ανάδειξη του ελαιολάδου απαιτεί υψηλή επιστημονική γνώση και κυρίως συστράτευση φορεών σε μια κοινή κατεύθυνση.